Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2009

'Οπως παλιά.

Σ'αγάπησα πολύ από την αρχή,μα τώρα σ'αγαπάω περισσότερο.
Γιατί τώρα σε ξέρω.
Στην αρχή ήσουν ο τέλειος,ο θεός,ο μοναδικός.
Στην πορεία γνώρισα τα ελαττώματα σου και ακόμη και αυτά τ'αγάπησα.
Αγάπησα την ζήλεια σου,το ότι είσαι οξύθυμος,το ότι όταν θυμώνεις δεν ξέρεις τι λες,τον εγωισμό σου.
Τα λάτρεψα. Γιατί είναι μέρος του εαυτού σου.
Και αν έφυγα από εσένα,ήταν επειδή ήσουν αλλαγμένος.
Δεν ήταν λόγω αυτών των ελαττωμάτων.
Προβλήματα υπήρχαν πάντα,μα με υποχωρήσεις τα καταφέρναμε καλά.
Τώρα τελευταία όμως νευρίαζες με το παραμικρό.
Ξεσπούσες επάνω μου. Ξέρω,περνούσες δύσκολα.
Δεν σου ζητάω καν το λόγο.
Μόνο που και τα δικά μου νεύρα έσπασαν.
Και όταν πια,με έκανες να νιώσω χυδαία,έφυγα.
Και για μένα,αλλά και για σένα.
Οι φίλοι έλεγαν πως ένα διάλειμμα είναι απαραίτητο,πως ίσως στο κάτω κάτω ότι υπήρχε να τέλειωσε.
Μα μέσα μου,δεν έχει πεθάνει τίποτα. Φτάνει να δω τα μάτια σου,να ακούσω την φωνή σου και αρχίζω να γελάω σαν κορίτσι που τον έρωτα τώρα τον μαθαίνει.
Μα και εσύ,μη νομίζεις. Δεν μπορείς χωρίς εμένα. Δεν με αντέχεις ώρες-ώρες και φεύγεις,μα πάντα εδώ γυρίζεις. Και θα γυρίζεις,όπως κάνω και εγώ.
Και σήμερα γύρισες ξανά.
Όχι όπως τις προηγούμενες φορές,που παραήταν επιφανειακό. Απόψε ήσουν ο ίδιος με εκείνον που ερωτεύτηκα πριν ένα χρόνο περίπου.
Ο ρομαντικός αλητάκος, ο χαλαρός, ο αστείος, ο ωραίος.
Είδα μέσα στα μάτια σου,όσα είχα καιρό να δω.
Με κοιτούσες,με τον τρόπο που με κοιτούσες παλιά.
Η φωνή σου,δεν είχε ίχνος ειρωνείας. Ήταν τρυφερή και ζεστή.
Και όταν έκανα κάτι που σε ενόχλησε,δεν άρχισες να φωνάζεις όπως άλλες φορές.
Μου το εξήγησες ήρεμα,όπως κάνουν στα παιδιά.
Και όπως έκανες και εσύ στην αρχή με εμένα.
Κάπως μαχαιρώθηκες ξυστά στο χέρι και έτρεχε αίμα.
Πονούσες λίγο.
Το κατάλαβα αν και προσπαθούσες να το κρύψεις από τους άλλους.
Σε έπιασα και λερώθηκα από το αίμα σου.
Εσύ λυπήθηκες και μου ζήτησες συγγνώμη.
Εγώ χαμογελούσα και ύστερα από καιρό ένιωθα ΚΑΛΑ.
Γιατί είχα εσένα στο πλάι μου,να με προσέχεις και ένιωθα ασφάλεια.
Αργότερα,η υπόλοιπη παρέα προτίμησε να πάει σε κάποιο club.
Εμείς δεν τα συμπαθούμε αυτά. Φύγαμε μαζί.
Έβρεχε και με κρατούσες αγκαλιά για να μη κρυώνω.
Καθίσαμε σε κάτι σκαλιά και μου ψιθυρίσες πως μ'αγαπάς.
Όχι πως με θες,όπως έλεγες τώρα τελευταία. Αλλά πως μ'αγαπάς.
Και δάκρυσες και μου ζήτησες συγγνώμη. Συγγνώμη για πολλά.
Kαι είμαι αλήθεια,τόσο ευτυχισμένη απόψε.
Γιατί μ'αγαπάς και σ'αγαπάω.
Γιατί νιώθω πως απόψε κάτι άλλαξε.
Γιατί ξέρω πως μπορούμε να προσπαθήσουμε για κάτι καλύτερο.
Γιατί με εσένα στο πλάι μου,δεν χρειάζομαι τίποτε και κανέναν.
Σ'ευχαριστώ για απόψε και για όλες τις νύχτες που μου έχεις χαρίσει.
Ακόμη και τις άσχημες.
Σ'ευχαριστώ.

Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2009

Για σένα πάλι.

Aγάπη μου,φίλε μου,αδερφέ μου,βασιλιά μου,άντρα μου δεν ξέρω που γυρνάς απόψε.
Ίσως να φλερτάρεις και απόψε με τον θάνατο, ή απλά με κορίτσια.
Η Μυρτώ,η Ελένη,η Βικτώρια και πόσες άλλες...
Δε ξέρω αν ζηλεύω. Δεν το πιστεύω. Πάει καιρός από τότε που ζήλευα.
Ύστερα το αποδέχτηκα,πως έσβηνε ότι είχαμε και είχα παραδοθεί.
Ούτε που ένιωθα,απλά συνέχιζα.
Και όταν χωρίσαμε,δεν έκλαψα για εσένα αλλά αυτό που νόμισα πως είσαι.
Δεν ξέρω αν καταλαβαίνεις. Εσύ πάντα γελάς,όποτε σου μιλάω εγώ.
Όμως απόψε,θα ήθελα να σε είχα εδώ παρέα. Βρέχει,αγάπη μου.
Να βγαίναμε καμιά βόλτα στην βροχή,να είχες την κιθάρα σου και να μου τραγουδούσες καθισμένοι σε βρώμικα σκαλοπάτια όπως πάντα.
Ύστερα να μου ψιθυρίζεις γλυκά,πως μ'αγαπάς ή πως σου λείπω και εγώ αμήχανη να κοιτάω τα αμάξια που περνάνε.
Και εγώ που αγάπησα μέχρι και την ιδέα σου,θα δάκρυζα. Και εσύ θα μου τραγουδούσες το ''Don't cry'' των Guns 'n' roses.
Nα νιώθω τα χέρια σου στην μέση μου και να ανατριχιάζω ολόκληρη.
Kαι ύστερα όταν θα μου γελούσες,εγώ θα ήμουν ευτυχισμένη.
Γιατί ένα γέλιο σου,φτάνει να αναποδογυρίσει τον κόσμο μου αλήτη μου.
Εύχομαι να μη με μισήσεις όσο μ'αγάπησες.
Εύχομαι να καταλάβεις.
Έφυγα για το καλό μου. Μ'άφησες να φύγω επειδή μ'αγάπησες.
Kαι δεν θέλω να γυρίσεις ξανά.
Τουλάχιστον όχι με τον τρόπο που γυρνάς.
Όχι,για να περάσουμε μια βραδιά μαζί και ύστερα να φύγεις.
Μην εκμεταλλεύεσαι αυτό που νιώθω.
Δεν ξέρω αν θα σου βγει σε καλό.
Δε θέλω να σε απειλώ. Όχι ότι θα δώσεις σημασία σ'ότι λέω.
Εσύ νομίζεις πως είμαι τρελή.
Όχι ρε Σταύρο. Δεν είμαι τρελή.
Είμαι γυναίκα. Εσύ τι φαντάστηκες? Μια γυναίκα είμαι,σαν όλες τις άλλες.
Με σάρκα,με όστα,με αισθήματα.
Αισθήματα που ένα χρόνο και κάτι μήνες δεν κατάφερες να αγγίξεις.
Δεν μπόρεσες να νιώσεις. Στάθηκες ανίκανος μπροστά μου.
Κατάλαβες πως σ'αγάπησα,όταν πια ήμουν κουρασμένη.
Γιατί ναι ρε φίλε. Με κούρασες και με διέλυσες. Με κατέστρεψες.
Όπως μόνο εσύ ξέρεις. Όπως μόνο εσύ καταφέρνεις τόσο πετυχημένα.
Μα εγώ πάντα θα σ'αγαπώ.
Έστω και σιωπηλά.
Θα είσαι πάντα βαθιά μέσα μου.
Θα υπάρχεις. Και θα κυριαρχείς. Όπως ξέρεις.
Και δεν ξέρω αν αυτό είναι καλό ή κακό.
Δεν ξέρω γαμώτο.Τίποτα δεν ξέρω πια.

Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2009

Νοσταλγία.

Θυμάμαι νοσταλγικά τον εαυτό μου,όταν ήμουν πιο μικρή.
Γύρω στα εφτά-οχτώ,όχι παραπάνω. Ήταν όμορφα τότε.
Δεν πονούσα,ούτε και ερωτευόμουν φυσικά.
Απλά έπαιζα και έπαιρνα διάφορες πόζες μπροστά στους καθρέφτες.
Φόρουσα φουστάνια και έβαζα την μάνα μου να μου φτιάχνει τα μαλλιά.
Ύστερα κατέβαινα κάτω,να βρω τους τότε φίλους.
Είχα στις τσέπες του μπουφάν μου κέρματα για να αγοράσουμε κανένα παγωτό. Ή καμιά σοκολάτα.
Στο διπλανό ακριβώς σπίτι έμενε μια γιαγιά ανύπαντρη. Είχε πολλά σκυλιά.
Τ'αγαπημένο μας ήταν ένα μεγάλο που τον λέγανε Άρη.
Μας είχε μάθει,ήξερε την μυρωδιά μας και δεν μας γαύγιζε.
Πριν δύο χρόνια νομίζω,είχα περάσει από το παλιό μας σπίτι σε έναν περίπατο μου.
Ο Άρης ήταν εκεί. Φέτος που πέρασα,το σπίτι έμοιαζε ακατοίκητο. Ίσως να πέθανε και ο Άρης. Είχε γεράσει.
Μας θυμάμαι να καθόμαστε κάτω από μια αμυγδαλιά,τέρμα στο πάρκο και να ονειρευόμαστε.
Να λέμε πως θα γίνουμε τραγουδιστές,πως θα γίνουμε αστροναύτες,πως θα γίνουμε τηλεπαρουσιαστές.
Ύστερα εμείς τα κορίτσια συζητούσαμε για τις κούκλες και τα αγόρια έπαιζαν τάπες πόκεμον.
Θυμάμαι τον Αχιλλέα,να τρώει ήσυχα σε κάποια γωνία μανταρίνια
και την Νεφέλη να μας τραγουδάει τραγούδια της Βουγιουκλάκη.
Θυμάμαι εμένα να κάνω χορευτικές φιγούρες μόνο για τα μάτια του Θέμη. Για να τον σαγηνεύσω.
Θυμάμαι τον Θέμη να μου προσφέρει λουλούδια κάθε πρωί. Θυμάμαι πως έκλαψε,όταν έμαθε πως μετακομίζω.
Θυμάμαι τον Δημήτρη να μας λέει πως είχε ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο. Και πως στην Αίγυπτο ήταν γυμνός επειδή έκανε πολλή ζέστη.
Θυμάμαι τον Βασίλη,μια ζωή να λογομαχεί με τον Κώστα και την επόμενη ώρα να αγκαλιάζονται ντροπιασμένοι.
Μας θυμάμαι να παίζουμε κυνηγητό και να βρίσκουμε καταφύγιο στα κάγκελα του Άγιου Κωνσταντίνου.
Μας θυμάμαι σε μια συναυλία του Χατζηγιάννη,τότε πριν γίνει αστέρι να τραγουδάμε αγκαλιάσμενοι το ''Και αντίστροφα ο χρόνος μετράει και αγκαλιαζόμαστε και ενώνουν τα χέρια...''
Μας θυμάμαι να ανάβουμε φωτιές στο στενό,δίπλα στον Άγιο Δημήτριο.
Μας θυμάμαι κάθε απόκριες ντυμένους τα κορίτσια πριγκίπισσες και νεράιδες και τα αγόρια βασιλιάδες και πολεμιστές να περιμένουμε με αγωνία στην αγορά το κάψιμο του καρνάβαλου.
Πως χαθήκαμε τώρα έτσι βρε παιδιά?
Και καλά εγώ. Μετακόμισα,ίσως και δικαιολογημένα να χάθηκα.
Βρήκα τον Αχιλλέα έξω,τον ρώτησα τι κάνετε. Μου είπε αδιάφορα ''Ένα γεια λέμε''.
Παλιόπαιδια,γιατί το διαλύσαμε? Καλά περνούσαμε.
Παίζαμε κλέφτες και αστυνόμους στην Ηπείρου. Δεν θυμάστε?
Είχα λογοδοτήσει με τον Αχιλλέα.
Σας είχα πει να μου προσέχετε τον Άρη.
Τίποτα ρε παιδιά?
Ξεχάσατε που παρατηρούσαμε τι σχήμα είχανε τα σύννεφα?
Ξεχάσατε που παίζαμε κουκλοθέατρο?
Ξεχάσατε που είχα γράψει ένα θεατρικό έργο και το είχαμε παίξει μαζί?
Ξεχάσατε τα μανταρίνια?
Ξεχάσατε τις φωτιές και τα κέρματα?
Ξεχάσατε τα φθαρμένα μας παπούτσια?
Ξεχάσατε τον Άρη?
Ξεχάσατε...?
Εγώ θυμάμαι και νοσταλγώ.
Και τότε σας αγαπούσα και ας μη το είχα καταλάβει.
Σας αγαπούσα τότε.

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2009

Χανομαι.

Mέρα με την μέρα γίνομαι όλο και πιο αδύναμη.
Οι πόνοι αυξάνονται,το ίδιο και οι ζαλάδες.
Αδύναμη να σταθώ,πόσο μάλλον για να γελάσω,να κλάψω,
να αγαπήσω,να ζήσω δηλαδή.
Το ήξερα από καιρό,βαθιά μέσα μου.
Το υποπτευόμουν δηλαδή.
Κάτι οι πόνοι,γενικότερα παραξενεύτηκα.
Οι φίλοι,που'ναι φίλοι με τον τρόπο τον δικό τους
με κατηγορούσαν και μου έλεγαν πως φταίει η αυπνία
τα μεθύσια,τα ξενύχτια,οι στεναχώριες.
Λες και ήξεραν. Λες και ξέρουν,όταν μιλούν για εμένα.
Ιδέα δεν είχαν,ιδέα δεν έχουν και ούτε θα αποκτήσουν.
Και να,που άρχισα στα ξαφνικά να φοβάμαι τον θάνατο.
Εγώ που τον θεωρούσα μια μπούρδα,ένα τίποτα μπροστά στην ζωή.
Και τώρα τον φοβάμαι. Φοβάμαι τι θα ακολουθήσει. Τι θα γίνει χωρίς εμένα.
Θα χαθώ το νιώθω. Και θα κλάψουν πολλοί,άλλοι στ'αλήθεια άλλοι δήθεν.
Έτσι έζησα εγώ. Λίγο παραμύθι,λίγο αλήθεια πασπαλισμένα με χρυσόσκονη
έτσι για να ονειρεύομαι,για το γαμώτο.
Δεν ξέρω γιατί γράφω απόψε. Πάλι πονάω.
Και άλλη μια Πέμπτη. Υπομονή Δανάη.

Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2009

Λυπάμαι.

Τώρα χάθηκες μέσα στο κορμί μιας άλλης.
Και δεν με πειράζει. Δεν είναι επειδή...δεν σ'αγαπάω.
Απλά θέλω να είσαι καλά. Εμένα μου φτάνει βλάκα.
Χάνω ότι αγαπώ. Μαζί και εσένα. Δεν μπορώ να κάνω κατι.
Σε παρακαλώ. Μη με κοιτάς στα μάτια. Με πονάς.
Κάποτε ήσουν η αφορμή για να γελώ,να κλαίω,να υπάρχω.
Τώρα πάει έφυγε αυτό. Γαμήθηκε μαζί με τόσα άλλα.
Και αν μου χτυπήσεις την πόρτα,δεν θα σου ανοίξω καν.
Δεν είναι ότι σε μισώ. Είναι ότι κλείστηκα στον εαυτό μου.
Ξέρεις τι? Κουράστηκα να κάνω όνειρα που μοιάζουν με παραμύθια.
'Εχεις γίνει πρέζα μου,φωνή μου,ζωή μου. Και λυγίζω το βλέπεις.
Μη με κρίνεις σκληρά. Κρίνε πρώτα τον εαυτό σου.
Είπες πως κάποτε θα μου ζητήσεις συγγνώμη για όλα.
Μα τι αξία θα έχει αυτή η συγγνώμη σου?
Κλείνουν οι πληγές με μια συγγνώμη? Όχι πια.
Πίστευα πως θα ήταν αλλιώς μαζί σου.
Έκανα λάθος μα δεν παραπονιέμαι.
Ήσουν καλός,ίσως αρκετά καλός.
Αλλά ζητούσα κάτι άλλο. Όχι αυτό,που είσαι εσύ.
Πόνταρα πολλά σε εσένα,στηρίχτηκα σε εσένα και με κράτησες επιτυχώς.
'Υστερα...κουράστηκες...δεν ξέρω. Έφυγες.
Δεν κρατάω κακία ούτε και θα γίνω μίζερη.
'Ησουν απλά ΑΠΙΣΤΕΥΤΟΣ.
Μόνο που δεν ήμαστε ο ένας για τον άλλον.
Λυπάμαι,αλλά φύγε.

Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2009

Πόνος.

Πονάω. Δεν μ'ακούει κανείς.
Νιώθω μόνη μου. Τόσο ελεινά μόνη μου.
Tριγύρω δεν είναι κανένας.
Όλοι χαθήκανε πίσω από όνειρα,προβλήματα,τσιγάρα και μια χούφτα δάκρυα.
Και εγώ εδώ,με μάτια στεγνά να προσπαθώ να διακρίνω κάτι αχνό στον ορίζοντα
με ματιές στο παρελθόν. Που δεν ήταν τίποτα το εξαιρετικό,μα ήταν έντονο.
Και η βραδιά προχωράει αμείλικτη. Και ούτε που δίνει σημασία.
Μαζί της συνεχίζεται και ο πόνος μου. Ένας πόνος για τα πάντα.
Για την παρέα μας που σκόρπισε,για τις αγάπες που ξεθωριάσανε
για τις φιλίες που κρατάνε,για τις αγάπες που συνεχίζονται.
Για εμένα,που λιώνω κάθε μέρα από κάτι πόνους σωματικούς και ψυχικούς.
Και φωνάζω ''ΣΥΓΓΝΩΜΗ'' κλαίγοντας.
Συγγνώμη σε εμένα,συγγνώμη σε εσάς,συγγνώμη στους φίλους,συγγνώμη στους πρώην,συγγνώμη στην οικογένεια,συγγνώμη στους επόμενους,συγγνώμη στους εχθρούς,συγγνώμη στα όνειρα μου.
Γιατί απόψε κοιτάζω τον ουρανό και δεν βλέπω τίποτα.
Κοιτάζω μέσα μου και είμαι κενή.
Αν με μαχαιρώσει κανείς τώρα,ούτε που θα πονέσω.
Άλλα μου υποσχεθήκανε! Άλλα με αφήσανε να ονειρευτώ.
Μου λένε να προχωρήσω,να ξεχάσω,να ζήσω,πως είμαι μικρή ακόμα για καημούς σαν της αγάπης.
Μα υπάρχουν αναμνήσεις και πρόσωπα που σαν αλυσίδες με κρατούν δεμένη στο παρελθόν,στο παρόν. Και δεν υπάρχει μέλλον. Και δεν θα υπάρξει μέλλον.
Δεν κοιτώ κανέναν πια στα μάτια. Γιατί λένε πως είναι ο καθρέφτης της ψυχής μας.
Δεν θέλω να δει κανείς μέσα τους,το μίσος και τον πόνο μου.
Θέλω να μένουν όλοι -όπως έμεναν πάντα- στα ψεύτικα χαμόγελα.
Γιατί η επιφάνεια μετράει,η επιφάνεια μετρούσε.
Είμαι σαν νεκρή. Έχω φυγεί,δεν είμαι πια εδώ.
Δεν θα ξανατραγουδήσω,όπως ξέρω εγώ να τραγουδώ.
Δεν θα ξαναπαίξω θέατρο.
Δεν περιμένω κανένα αύριο.Το αύριο δεν έρχεται.
Και εκείνον,ακόμα και εκείνον τον φοβάμαι.
Τον είδα χθες να με πλησιάζει αγέρωχο και πανέμορφο
και κρύφτηκα πίσω από ψεύτικα γέλια και ψεύτικα δάκρυα
που δήθεν θολώσανε τα μάτια μου.
Κοιτούσα το έδαφος και περίμενα να τον δω να απομακρύνεται.
Εκείνος κάθισε δίπλα μου. Και μ'άγγιξε.
Και τραβήχτηκα,γιατί ξαφνικά πάγωσα.
Όχι μόνο τα χέρια μου,αλλά και το μέσα μου.
Θέε μου,είμαι μόνο δεκάξι.
Ποιος με κατέστρεψε και για τι?
Για ποια ιδέα θυσιάστηκα?
ΠΟΝΑΩ....

Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2009

ΕΛΕΥΘΕΡΗ

Aπό καιρό,δεν ένιωθα ελεύθερη.
Και δεν μιλάω για την εξωτερική ελευθερία.
Για αυτή που γίνονται επαναστάσεις.
Μιλάω για την εσωτερική. Αυτή που απλά... ή το'χεις ή δεν το'χεις.
Η ψυχή μου,γέμισε κακία,εγωπάθεια,ζήλεια.
Έγινα ένα πλάσμα που δεν γνώριζα.
Κοίταζα το είδωλο μου στον καθρεύτη και δεν ήμουν εγώ.
Πίσω από κείνο το βλέμμα μου,το συνηθισμένο ήταν μια ξένη,όχι εγώ.
Και έφταιγες εσύ. Εσύ αγάπη μου,μόνο εσύ.
Εσύ,με πήρες στα χέρια σου.
Και ήμουν...και ήμασταν δηλαδή..τόσο άμαθοι,τόσο μικροί,τόσο τιποτένιοι στο μεγαλείο του έρωτα.
Δεν μπορέσαμε να το χειριστούμε σωστά όλο αυτό..
και παίξαμε...και χάσαμε...και χαθήκαμε...
Ίσως και δικαιολογημένα.
Ήταν τόσο ξαφνικό,όταν διαπίστωσα πως είσαι εσύ η φυλακή μου.
Δεν πάει καιρός. Πρέπει να'ταν το Σάββατο.
Ξύπνησα το βράδυ και σ'αντίκρισα δίπλα μου.
Δεν κοιμόσουν,κάτι διάβαζες.
Σε κοίταξα και κατάλαβα.
Κατάλαβα γιατί τόσο καιρό,μου φταίνε όλα.
Κατάλαβα,γιατί δεν με χωράει ο τόπος.
Κατάλαβα πως με υπερεκτίμησες.
Κατάλαβα πως το παρεξήγησα όλο αυτό.
Και έφυγα για εμένα. Για μένα!
Καταλαβαίνεις πόσο σημαντικό είναι αυτό?
Μετά από καιρό έκανα κάτι μονάχα για εμένα.
Όχι για εσένα. Εσένα ούτε που σε σκέφτηκα.
Ένιωσα πως έσπασα το γυάλινο κλουβί μου.
Ένιωσα τόσο ελεύθερη,τόσο αέρινη,τόσο άνθρωπος ρε γαμώτο!
Δεν προχωρούσε. Νομίζω πως το'χες καταλάβει.
Το έβλεπα στον τρόπο που με κοιτούσες.
Ήταν τόσο ανυπόμονο το βλέμμα σου και συνάμα μελαγχολικό.
Περίμενες την μεγάλη έκρηξη.
Μη μου ζητάς τις ευθύνες. Δεν ξέρω ποιος φταίει.
Ίσως να ήτανε και της μοίρας γραφτό.
Ξεφύγαμε βλέπεις και τ'όνειρο έγινε εφιάλτης.
Άλλαξαμε και οι δυο.
Εγώ σκλήρυνα,δεν είμαι πια το ίδιο ονειροπόλα.
Δεν κάνω καν όνειρα συχνά.
Και δεν το ήθελα,αλήθεια.
Μα με ρώτησε εμένα κανείς τι ήθελα?
Ούτε καν εσύ,που υποτίθεται ένιωθες...''κάτι''.
Τώρα είμαι καλά,μπορώ και το λέω με σιγουριά.
Και θα αρχίσω να χτίζω ξανά όνειρα.
Και θα κοιτάω ξανά τους ανθρώπους μες στα μάτια.
Και δεν θα φοβάμαι την βροχή. Θα την αγαπώ.
Και θα ζήσω,όπως γουστάρω. Χωρίς όρια.
Kαι προσπαθώ να μην σε έχω κατά νου.
Για να μη κάνω το ΛΑΘΟΣ και ξαναγυρίσω.
Όχι,δεν με νοιάζει για εσένα.
Δεν με νοιάζει αν διαλυθείς.Δεν με νοιάζει.
Θα το ξεπεράσεις,είμαι σίγουρη.
Γιατί σήμερα,ένιωσα στο πετσί μου
εκείνο που'χε πει ο Καζαντζάκης.
''Δεν ελπίζω τίποτα,δεν φοβάμαι τίποτα,είμαι λέφτερος''
Πήρα μια ιδεά και είμαι ευτυχισμένη.
Γιατί μωρό μου,πρέπει να καταλάβεις κάτι.
Όταν η αγάπη,γίνεται καταναγκασμός είναι καλύτερα να φεύγεις.
Κοίταζε μπροστά και προχώρα.
Νιώθω πως κάτι νέο ξεκινά. Νίωθω πως αρχίζει μια νέα ζωή.
Όλα είναι έντονα. Υπάρχει τίμημα,έχασα εσένα.
Αλλά δεν γίνεται άλλο εδώ.
Να'σαι καλά και καλή σου τύχη.
Καλή μας τύχη.
Σε καλό να μας βγει.